ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Η Συγκριτική Εκπαίδευση αποτελεί έναν κλάδο των Επιστημών Αγωγής, με βασικό αντικείμενο την μελέτη των εκπαιδευτικών συστημάτων και των θεσμών, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Ενδιαφέρεται τόσο για την βασική, όσο και για την δια βίου εκπαίδευση, για την προσωπικότητα των ατόμων, καθώς και για τις εκπαιδευτικές επιδράσεις που έχουν δεχτεί (Πανταζή, 2005). Μέσα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης και του εξευρωπαϊσμού, η σύγκριση ανάμεσα στα ποικίλα εκπαιδευτικά συστήματα θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, λόγω του σπουδαίου ρόλου που διακατέχει η εκπαίδευση στην κοινωνικό-οικονομική ανάπτυξη των διαφόρων χωρών (Πασιάς, Φλουρής & Φωτεινός, 2015).

Κατά καιρούς έχουν αναπτυχθεί έντονοι προβληματισμοί όσον αφορά την έννοια, το περιεχόμενο, το αντικείμενο και τις μεθόδους της Συγκριτικής Εκπαίδευσης. Αυτοί αποτελούν και τους λόγους για τους οποίους, παρόλο που η Συγκριτική Εκπαίδευση έχει εμφανιστεί από το 1817, δεν υπάρχει μέχρι και σήμερα ένας παγκόσμια αποδεκτός ορισμός της (Πασιάς, 2006). Γενικά, υπάρχουν διάφορες αντιλήψεις σχετικά με τη Συγκριτική Εκπαίδευση. Η πιο αποδεκτή από αυτές, αναφέρει πως η Συγκριτική Εκπαίδευση αποτελεί ένα κλάδο των Επιστημών Αγωγής (Πασιάς, 2006), ο οποίος ασχολείται κατά κύριο λόγο με την συλλογή και τη μελέτη πληροφοριών που σχετίζονται με ένα ή και περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα, με απώτερο στόχο την ενημέρωση των ατόμων που εμπλέκονται στις παιδαγωγικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και την προώθηση της γνώσης στον εκπαιδευτικό τομέα (Πανταζή, 2005).

Η Συγκριτική Εκπαίδευση, είναι ένα τμήμα των Επιστημών Εκπαίδευσης (όπως είναι η κοινωνιολογία, κ.τ.λ) και είναι διεπιστημονική, καθώς ανατρέχει ταυτόχρονα σε διάφορες άλλες μεθόδους και επιστήμες όπως είναι η στατιστική, η δημογραφία κ.τ.λ. Μελετά τις διάφορες πολιτικές που υπάρχουν σχετικά με την νομοθετική, την διδασκαλία, την οικονομική και διοικητική οργάνωση της εκπαίδευσης και των επιμορφώσεων, ενώ ταυτόχρονα μελετά τις διάφορες δομές (τάξεις, πτυχία κ.τ.λ), τις εκπαιδευτικές μεθόδους, τις τεχνικές, τα σχολικά εγχειρίδια, κ.τ.λ (Πανταζή, 2005). Ανά τα έτη, έχουν διαμορφωθεί διάφοροι ορισμοί σχετικά με τη Συγκριτική Εκπαίδευση. Ένας από αυτούς είναι εκείνος της Πανταζή, σύμφωνα με τον οποίο «η Συγκριτική Εκπαίδευση αποτελεί την επιστημονική συνισταμένη των Επιστημών της Εκπαίδευσης που μελετά φαινόμενα και εκπαιδευτικά γεγονότα, στις σχέσεις τους με τον κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, πολιτισμικό περίγυρο, συγκρίνοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές τους σε δύο ή περισσότερες περιοχές, χώρες, ηπείρους ή σε παγκόσμιο επίπεδο, με στόχο την καλύτερη κατανόηση του μοναδικού χαρακτήρα του κάθε φαινομένου μέσα στο δικό του εκπαιδευτικό σύστημα, την εύρεση αξιόπιστων γενικεύσεων και τέλος τη βελτίωση της εκπαίδευσης» (Πανταζή, 2005).

Κατά τον Seidenfaden, η Συγκριτική Εκπαίδευση επιτελεί πέντε λειτουργίες. Αυτές είναι η περιγραφική λειτουργία, η οποία σχετίζεται με την καταγραφή και περιγραφή των διάφορων εκπαιδευτικών δεδομένων, η συγκριτική λειτουργία, η οποία αναφέρεται στην συγκριτική αντιπαραβολή δεδομένων με στόχο τον εντοπισμό των κοινών τάσεων και των προβλημάτων, η διαφοροποιητική λειτουργία, η οποία στοχεύει στην αναγνώριση και την αποκάλυψη των προθέσεων, των κινήτρων, των αντιλήψεων, των εννοιολογικών ασαφειών κ.τ.λ, η αυτοκριτική λειτουργία, κατά την οποία εξετάζονται κριτικά οι μέθοδοι και τα αποτελέσματα της Συγκριτικής Εκπαίδευσης και τέλος, η προορατική λειτουργία η οποία αναφέρεται στην διατύπωση προβλέψεων για εξελίξεις στο μέλλον (Μπουζάκης, 2006).

Μέσω της συγκριτικής μεθόδου, που χρησιμοποιείται στην Συγκριτική Εκπαίδευση, δίνεται η δυνατότητα εντοπισμού των ποικίλων διαφορών και των ομοιοτήτων που υπάρχουν μεταξύ των εκπαιδευτικών συστημάτων, με την ανάλυση και την ερμηνεία των οποίων μπορούν να κατανοηθούν εις βάθος τα αίτια των διαφορών αυτών και να ανιχνευτούν οι ιδιαιτερότητες του κάθε εκπαιδευτικού συστήματος (Πανταζή, 2005). Η Συγκριτική Εκπαίδευση βοηθάει σημαντικά στην ανακάλυψη των γενικεύσεων και των επαναλήψεων των εκπαιδευτικών συστημάτων, χωρίς όμως να αγνοεί την μοναδικότητα που παρουσιάζουν αυτά μεμονωμένα. Η αντιπαράθεση των εκπαιδευτικών δεδομένων των άλλων χωρών με των αντίστοιχων της χώρας μας, συντελεί ουσιαστικά στην μέγιστη κατανόηση και εμβάθυνση αυτού που η κάθε χώρα θεωρεί εθνικό και μοναδικό, καθώς και στην καλύτερη αντίληψη του δικού μας εκπαιδευτικού συστήματος (Πανταζή, 2005).

Τέλος, η μελέτη της εκπαίδευσης από μία λιγότερο εθνοκεντρική σκοπιά, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την Συγκριτική Εκπαίδευση, συμβάλλει σημαντικά στην ανάπτυξη και στην βελτίωση της εγχώριας εκπαίδευσης, καθώς και στην διεύρυνση του προβληματισμού των ερευνητών και στην λήψη περισσότερων και καταλληλότερων εκπαιδευτικών μέτρων (Πασιάς, Φλουρής & Φωτεινός, 2015).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Μπουζάκης, Σ. (2006). Συγκριτική Παιδαγωγική ΙΙ. Θεωρητικές προσεγγίσεις και ξένα εκπαιδευτικά συστήματα. Gutenberg.

Πανταζή, Β. (2005). Η συγκριτική εκπαίδευση και η σημασία της. Επιστημονικό Βήμα, 4, 97-101.

Πασιάς, Κ. (2006). Συγκριτική Εκπαίδευση: Θεωρήσεις, Προβληματισμοί Προοπτικές [πανεπιστημιακές σημειώσεις]. Πανεπιστήμιο Πατρών, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Εαρινό εξάμηνο 2005-2006: Πάτρα.

Πασιάς, Κ., Φλουρής, Σ., & Φωτεινός, Δ. (2015). Παιδαγωγική και Εκπαίδευση. Γρηγόρη.

Κακκαλή Κυριακή,

Εργοθεραπεύτρια, M.Ed. Ειδικής Αγωγής

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΧΑΡΙΣΜΑΤΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ & ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ