ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΡΟΦΗΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΒΕΙΑ

Στην ύστερη παιδική και εφηβική ηλικία εμφανίζονται κυρίως δύο τύποι διαταραχών στην πρόσληψη τροφής: η ψυχογενής ανορεξία και η ψυχογενής βουλιμία.

ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑ

Η ψυχογενής ανορεξία συναντάται, σε συντριπτική πλειοψηφία στις νεαρές γυναίκες. Ο έντονος φόβος για την αύξηση κιλών, η διαστρεβλωμένη αντίληψη του σώματος και η απουσία τριών συνεχών έμμηνων κύκλων αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης διαταραχής. Τα άτομα που πάσχουν από ψυχογενή ανορεξία είτε  επιδιώκουν την απώλεια βάρους μέσω διαίτης, νηστείας ή/και υπερβολικής άσκησης είτε έχουν επαναλαμβανόμενα επεισόδια υπερφαγίας ή συμπεριφοράς κάθαρσης μέσω αυτοπροκαλούμενων εμετών ή κακής χρήσης καθαρτικών.

ΨΥΧΟΓΕΝΗΣ βουλιμια

Από την άλλη, η ψυχογενής βουλιμία αφορά σε έναν βουλιμικό κύκλο με συναισθήματα αυξανόμενης έντασης που καταλήγουν στην κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων φαγητού σε σύντομο χρονικό διάστημα. Χαρακτηριστική είναι η αίσθηση έλλειψης ελέγχου κατά την κατανάλωση τροφής. Για τον λόγο αυτό, συναισθήματα ενοχής, κατάθλιψης, καθώς και προσπάθεια επαναφοράς του ελέγχου κάνουν την εμφάνισή τους. Και στην περίπτωση αυτή, ορισμένα άτομα θα κάνουν χρήση καθαρτικών, διουρητικών ή ουσιών για πρόκληση εμετού, ενώ άλλα θα επιδίδονται σε υπερβολική άσκηση ή νηστεία.

 

ΑΙΤΙΕΣ

Οι ανησυχίες για το βάρος και η δυσαρέσκεια για τη σωματική εμφάνιση ανάγονται σε μια σύνθετη αλληλεπίδραση μεταξύ βιολογικών, ψυχολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Σύμφωνα με το βιολογικό μοντέλο, το γενετικό υπόβαθρο αποτελεί έναν από τους πιο ισχυρούς προγνωστικούς δείκτες για την ανάπτυξη διαταραχών στην πρόσληψη τροφής. Επίσης, η κληρονομικότητα καθώς και οι πρώιμες διατροφικές τάσεις και συνήθειες θεωρείται ότι ορίζουν το τελικό σημείο βάρους, το οποίο με τη σειρά του ρυθμίζει τα μεταγενέστερα μοτίβα διατροφής. Τα μοντέλα επίδρασης της οικογένειας εστιάζουν τον ρόλο που διαδραματίζουν οι γονικές πρακτικές στην προστασία των παιδιών από διαταραχές διατροφής ή που προκαλούν την αύξηση του κινδύνου εμφάνισής τους. Τέλος, τα κοινωνικοπολιτισμικά μοντέλα υποστηρίζουν ότι οι επιδράσεις από τους συνομηλίκους, την οικογένεια και τα ΜΜΕ αυξάνουν τη δυσαρέσκεια για το σώμα στους εφήβους, προσπαθώντας να προσαρμόσουν το σωματότυπό τους στην εικόνα του ιδανικού σώματος που έχουν δημιουργήσει με βάση τα πολιτισμικά ιδεώδη.

 

Ολοκληρώνοντας, και όσον αφορά το θεραπευτικό κομμάτι, η εστίαση της θεραπείας των διαταραχών πρόσληψης εξαρτάται από τη σοβαρότητα της διαταραχής. Σε κάθε περίπτωση, πρώτο μέλημα αποτελεί τόσο η αποκατάσταση του φυσιολογικού βάρους όσο και η θωράκιση της ψυχικής υγείας. Η παρέμβαση μπορεί να γίνει, επίσης, με ποικίλους τρόπους όπως, μέσω της συμπεριφορικής θεραπείας, της συμβουλευτικής, των οικογενειακών παρεμβάσεων. Η φαρμακευτική αγωγή συνίσταται, κυρίως, στις περιπτώσεις εκείνες που υπάρχει συνοσσηρότητα με άλλη διαταραχή. Τέλος, η άσκηση της κριτικής σκέψης και η συνειδητοποίηση των μηνυμάτων των ΜΜΕ σχετικά με την εικόνα του σώματος φαίνεται να είναι επιτυχημένα συστατικά στοιχεία σε προγράμματα πρόληψης για εφήβους.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

American Psychiatry Association. (2015). Διαγνωστικά  Κριτήρια από DSM-5. Aθήνα: Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας

Bearman, S., Presnell, K., Martinez, E., & Stice, E. (2006). The skinny on body dissatisfaction: A longitudinal study of adolescent girls and boys. Journal of Youth And Adolescence, 35, 229-241

Herzog, D., Dorer, D., Keele, P.K., Selwyn, S. D., Ekeblad, E., Flores, A. T. (1999). Recovery and relapse in anorexia and bulimia nervosa. Journal of the American Academy of Child and Adolescent Psychiatry, 38, 829-837

Keery, H., Van de Berg, P., & Thompson, J. K. (2004). An evaluation of the Tripartite Influence. Model of body dissatisfaction and eating disturbance with adolescent girls. Body Image, 1, 237-251

Κeller, M. B., Herzog, D.B., Lavori, P.W., Bradburn, I.S., & Mahoney, E. M. (1992). The natural history of bulimia nervosa:  Extraordinarily high rates of chronicity, relapse, recurrence, and psychosocial morbidity. International Journal of Eating Disorders, 12, 1-9

Presnell, K., Bearman, S. K., & Stice, E. (2004). Risk factors for body dissatisfaction in adolescent boys and girls: A prospective study. Ιnternational Journal of Eating Disorders, 36, 389-401

Όλγα Μάμαλη, Φιλόλογος-Ψυχολόγος,

M.Sc. Κλινική Ψυχολογία

 

Δείτε επίσης: ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΠΡΟΣΛΗΨΗΣ ΤΡΟΦΗΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ